Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία της Γ.Γ. Εμπορίου που δόθηκαν στη δημοσιότητα, ο ένας στους δέκα συμπολίτες μας που αποφασίζει να δοκιμάσει την τύχη του στον επιχειρηματικό στίβο μεσούσης της οικονομικής κρίσης επιλέγει τον γνώριμο χώρο του εστιατορίου, της καφετέριας και του μπαρ.
Είναι άκρως ενδεικτικό ότι οι υποψήφιοι επενδυτές δεν
φαίνεται να πτοούνται ούτε από τον μεγάλο αριθμό των «λουκέτων» ούτε από την
αίσθηση «κορεσμού» που επικρατεί στην αγορά για τις συγκεκριμένες
επιχειρηματικές δραστηριότητες ούτε από τις εκκλήσεις για «στροφή στην
καινοτομία» με στόχο την ταχύτερη ανάπτυξη και τη δημιουργία περισσότερων και
καλύτερα αμειβόμενων θέσεων εργασίας.
Τα στοιχεία του Υπουργείου Εμπορίου για το 2014,καταδεικνύουν ότι σε σύνολο 611 τομέων
επιχειρηματικής δραστηριότητας, η μεγαλύτερη κινητικότητα μέσα στο έτος
παρατηρείται στις «δραστηριότητες υπηρεσιών εστιατορίων και κινητών μονάδων
εστίασης», αλλά και στις «δραστηριότητες παροχής ποτών».
Η ανάλυση κατά κλάδο –συνολικά υπάρχουν 611 «κωδικοί»– δείχνει ότι από αυτές τις 7.300 ενάρξεις, το 40% εστιάζεται στους 20 πρώτους, εκ των οποίων ουδείς αφορά σε βιομηχανική παραγωγή ή καινοτομία.
Οι κλάδοι στους οποίους επικεντρώνεται το επενδυτικό
ενδιαφέρον ακόμη και το 2014 είναι οι εξής:
1. Πρώτος έρχεται ο τομέας των εστιατορίων και των
κινητών μονάδων εστίασης, που από τις αρχές του χρόνου μέχρι και τον Σεπτέμβριο
δημιουργήθηκαν 444 επιχειρήσεις, ενώ έκλεισαν 586 στον συγκεκριμένο κλάδο
2. Δεύτερος έρχεται ο τομέας της «παροχής ποτών»
(μπαρ, καφετέριες κ.λπ.) με 327 συστάσεις και 458 διαγραφές. Το ποσοστό στο
σύνολο φτάνει στο 4,47%.
Σύμφωνα με τους ειδικούς, στην εστίαση και στα μπαρ, στρέφεται μεγάλο μέρος της λεγόμενης «επιχειρηματικότητας ανάγκης».
Μισθωτοί
που έχασαν τη δουλειά τους και εισέπραξαν την αποζημίωσή τους, εργαζόμενοι που
συνταξιοδοτήθηκαν και πήραν το εφάπαξ, αποφασίζουν να επενδύσουν –πολλές φορές
επιλέγοντας και τον δρόμο του franchising– προκειμένου να εξασφαλίσουν εισόδημα
για τους ίδιους αλλά και τα μέλη των οικογενειών τους που συνήθως είναι είτε
άνεργα είτε απασχολούνται μερικώς με πολύ χαμηλές αμοιβές.
Σε καφετέριες, μπαρ, σουβλατζίδικα, μαγαζιά εστίασης οι περισσότερες ενάρξεις.
«Το μοντέλο αυτό
ανάπτυξης δεν μπορεί πλέον να χρηματοδοτηθεί διότι στις περισσότερες των
περιπτώσεων δεν είναι βιώσιμο αλλά ευκαιριακό», τονίζουν τραπεζικά στελέχη. Όπως
αναφέρουν, στις τράπεζες προσφεύγουν πρώην εργαζόμενοι του ιδιωτικού τομέα οι οποίοι
έχασαν την εργασία τους στη διάρκεια της κρίσης και επιδιώκουν να επενδύσουν από την αποζημίωσή
τους κεφάλαια από 8.000 και 15.000 ευρώ για να ανοίξουν μια επιχείρηση στον
τομέα αυτό, προσφεύγοντας παράλληλα και στον τραπεζικό δανεισμό.
Με την
ενοικίαση ενός χώρου ελαχίστων τετραγωνικών και με εργασία των ιδίων και
συγγενικών προσώπων, ο στόχος είναι η επιχείρηση να παράγει κέρδη ανάλογα με
δύο - τρεις μισθοδοσίες. Όπως όμως επισημαίνουν τραπεζικά στελέχη, το τραπεζικό σύστημα έχει βάλει φρένο σε αιτήματα
χρηματοδοτήσεών τους, χωρίς φυσικά αυτό να αποτελεί κανόνα, καθώς καινοτόμες
ιδέες και με βιώσιμα επιχειρηματικά πλάνα για επιχειρήσεις του είδους θα
συνεχίσουν να χρηματοδοτούνται.
Παρόλα αυτά αν και αυτές οι επενδυτικές κινήσεις συνήθως δεν
αποδεικνύονται επιτυχημένες και αυτό φαίνεται άλλωστε από τον πολύ μεγάλο αριθμό
«λουκέτων», οι επενδυτές του... καφέ και του φούρνου συνεχίζουν να ρισκάρουν,
επενδύοντας ίσως και στα προσωπικά δίκτυα γνωριμιών τους που ιδιαίτερα στην
επαρχία παίζουν ρόλο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου